Ο Κόσμος των παράξενων φαινομένων, που παρουσιάζονται σε κατοικίες ή ανθρώπους μετά την απώλεια αγαπημένων τους προσώπων, έχει να μας διηγηθεί πολλές και παράδοξες ιστορίες για τις οποίες δεν δόθηκε ποτέ καμία εξήγηση. Ανάλογη είναι και η ιστορία ενός κοριτσιού που βίωσε περίεργες και μη αναμενόμενες εμπειρίες μετά την αναχώρηση του πατέρα της από τον τρισδιάστατο κόσμο μας. ΠΑΤΕΡΑ, ΕΙΣΑΙ ΕΔΩ; Ένα κορίτσι, του οποίου ο πατέρας πέθανε πριν κάποια χρόνια, διαβεβαιώνει ότι δύο μέρες μετά το τραγικό συμβάν άρχισαν να συμβαίνουν περίεργα φαινόμενα στο σπίτι της. Σύμφωνα με διηγήσεις της μία μέρα που βρισκόταν ξαπλωμένη στο κρεβάτι των γονέων της ένιωσε ότι κάποιος την χάιδευε στο πρόσωπο. Κάθε φορά που βρισκόταν μόνη, ακουγόντουσαν θόρυβοι σε όλο το σπίτι. Κανένας δεν την πίστευε αλλά, όταν μία μέρα που η μικρή ξαδέρφη της έμεινε μαζί της, και αναγκάστηκαν να φύγουν από το σπίτι γιατί η μικρούλα φοβήθηκε από τους παράξενου θορύβους, άρχισαν να την πιστεύουν. Η τηλεόραση του δωματίο
Ο Κόσμος της Ψυχανάλυσης και η κάθοδος στο υποσυνείδητο:
«Μακάριοι οι τρελοί», μου είπε κάποτε ένας φίλος ψυχοθεραπευτής, «γιατί αυτοί έχουν τη μεγαλύτερη πιθανότητα να βρουν τελικά την άκρη». Αυτό που εννοούσε, είναι ότι οι άνθρωποι που ο νους τους βασανίζει σε σημείο να τους κάνει το βίο αβίωτο, είναι πιο πιθανό να ξεκινήσουν να εξετάζουν τα πράγματα σε βάθος μέχρι να βγάλουν άκρη με τον εαυτό τους.
Από την άλλη, όσοι νοιώθουν πνευματικά σταθεροί, είναι πολύ πιθανό να συνεχίσουν απλά τη ζωή τους χωρίς ποτέ να νιώσουν επιτακτική την ανάγκη να καταδυθούν βαθύτερα στο τι σημαίνει να είσαι άνθρωπος.
Ένας από αυτούς τους ανθρώπους, που ο πόνος τους οδήγησε σε ένα μακρινό και βαθύ ταξίδι στα νερά του υποσυνείδητου, ήταν ο Καρλ Γιουνγκ, ο διάσημος Ελβετός ψυχαναλυτής και ψυχίατρος.
Ο Γιουνγκ υπήρξε ο θεμελιωτής της αναλυτικής ψυχολογίας αλλά για πολλούς σήμερα θεωρείται ένας από τους πιο σημαντικούς ανθρώπους του δυτικού πολιτισμού, επειδή συνδύασε την επιστήμη της ψυχανάλυσης με τη θρησκεία, τη λογοτεχνία και τη μυθολογία.
Η θεωρία των αρχετύπων, η συγχρονικότητα, το συλλογικό ασυνείδητο, η εσωστρέφεια και η εξωστρέφεια, είναι μερικές μόνο από τις συνεισφορές του στο πώς αντιλαμβανόμαστε τον άνθρωπο. Παρά τα επιτεύγματά του ωστόσο, ο ίδιος ο Γιουνγκ εκπλήρωνε ένα πολύ συγκεκριμένο αρχέτυπο: αυτό του Πληγωμένου Θεραπευτή.
Η ΜΕΓΑΛΗ ΡΗΞΗ
Ο Καρλ Γκούσταφ Γιουνγκ γεννήθηκε στην Ελβετία το 1875, σε μια οικογένεια που είχε ήδη χάσει τον πρωτότοκο γιο της. Ο πατέρας του ήταν ένας φτωχός ιερέας και η μητέρα του είχε κατάθλιψη: τα βράδια μάλιστα κλεινόταν στο δωμάτιό της, όπου πίστευε πως την επισκέπτονταν πνεύματα.
Ο Γιουνγκ αργότερα αναγνώρισε στην παιδική του ηλικία την πηγή πολλών θεμάτων που θα τον ταλαιπωρούσαν στην ενήλικη ζωή του. Εσωστρεφής και επιρρεπής στη νεύρωση, άντλησε δύναμη από την ανάγκη της οικογένειάς του για οικονομική ασφάλεια και έδωσε μεγάλη έμφαση στις σπουδές του.
Η ψυχανάλυση τον συνεπήρε παρόλο που ήταν μια νέα και όχι εντελώς ευυπόληπτη επιστήμη και της αφιερώθηκε. Όταν στη διάρκεια των σπουδών του ξεκίνησε να εργάζεται στην κλινική Burgholzli της Ζυρίχης, δάσκαλός του ήταν ένας φίλος του Σίγκμουντ Φρόιντ, του θεμελιωτή της ψυχανάλυσης, έτσι ο Γιουνγκ επεδίωξε να γνωρίσει τον διάσημο τότε και μεγαλύτερο σε ηλικία επιστήμονα.
Επί έξι χρόνια, Φρόιντ και Γιουνγκ αντάλλασαν επιστολές και συνεργάστηκαν στη δουλειά τους χτίζοντας μια μεγάλη φιλία. Ωστόσο το 1913, λίγο πριν ξεσπάσει ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος, ο Φρόιντ δυσαρεστημένος με την εξέλιξη του έργου του Γιουνγκ διέκοψε τις σχέσεις τους.
Το πλήγμα ήταν μεγάλο για το νεαρότερο ψυχαναλυτή: από τη μια έχανε ένα φίλο που για χρόνια έπαιζε επίσης το ρόλο της πατρικής φιγούρας, από την άλλη πολλοί συνάδελφοι γύρισαν την πλάτη τους στον άνθρωπο που ο Πατέρας της Ψυχανάλυσης είχε δημόσια αποκηρύξει.
Εκεί που ήταν επικεντρωμένος στην καριέρα του, την επιτυχία και τη διεθνή φήμη του, τώρα ο Γιουνγκ βρέθηκε απομονωμένος. Αν και εσωστρεφής, είχε ανάγκη την αναγνώριση και τη φήμη και τώρα τη στερούνταν μαζί με την αφοσίωση του φίλου και μέντορά του. Όσα τον έκαναν ευτυχισμένο παλιότερα είχαν χαθεί και ο ίδιος αναγκαστικά στράφηκε στον εαυτό του.
Η βιογράφος του Γιουνγκ, Claire Dunne, αποκάλεσε εκείνην την περίοδο Κατάβαση. O Henri Ellenberger την περιέγραψε ως «Δημιουργική Ασθένεια». Ο ίδιος ο Γιουνγκ έγραψε ότι βρέθηκε αιωρούμενος, με όλες του τις βεβαιότητες να έχουν καταρρεύσει. Το μόνο που ήξερε, ήταν ότι δεν ήξερε τίποτα. Ταπεινωμένος στράφηκε στα παιδικά του παιχνίδια και ξεκίνησε να διαλέγει πέτρες και να χτίζει με τα χέρια του. Τον κατέκλυσαν οράματα και εσωτερικές φωνές, που τον προειδοποιούσαν για την επικείμενη καταστροφή η οποία απειλούσε την Ευρώπη. Παράλληλα ένιωθε να υποτάσσεται σε μια ανώτερη θέληση, διαφορετική από το Εγώ του. Σε αυτή την παράξενη αλλά γόνιμη περίοδο, ο ξεκίνησε να γράφει τα επτά Μαύρα Βιβλία.
ΤΑ ΜΑΥΡΑ ΒΙΒΛΙΑ
Τα Μαύρα Βιβλία του Γιουνγκ είναι τα επτά ημερολόγια (καλυμμένα με μαύρο δέρμα) στα οποία κατέγραψε «το πιο δύσκολο πείραμα». Το πρώτο από αυτά είχε ήδη γραφτεί το 1902, ωστόσο το βράδυ της 12ης Νοεμβρίου του 1913, ο Γιουνγκ συνέχισε το παλιό του πείραμα, υποκινημένος αυτή τη φορά από την εσωτερική ταραχή που του είχε προξενήσει η ρήξη με τον Φρόιντ και η κατάρρευση κάθε βεβαιότητας. Στα επτά δερματόδετά του ημερολόγια, θα κατέγραφε στη συνέχεια τις στιγμές στις οποίες βρέθηκε αντιμέτωπος με το ίδιο του το υποσυνείδητο.
Για τους περισσότερους από εμάς, ακόμα κι αν περνάμε από τη διαδικασία της ψυχανάλυσης, η Κάθοδος στο Υποσυνείδητο σπάνια παίρνει συμβολική μορφή. Ο Γιουνγκ όμως δεν φοβόταν να αποδεχτεί τα οράματα και τις μυθολογικές φιγούρες που πλημμύρισαν το νου του εκείνες τις βραδιές του 1913 και μετά.
Μικρός είχε αποδεχτεί πως είχε δυο προσωπικότητες: μια ταιριαστή στην εποχή του και μια δεύτερη, μεγαλύτερη από τη βιολογική του ηλικία, έναν ευπατρίδη του παρελθόντος. Στις 13 Δεκεμβρίου του 1913, αποφάσισε να δώσει χώρο σε αυτή τη δεύτερη προσωπικότητα και να αφήσει τα όνειρά του να εισβάλλουν στον ξύπνιο του.
Αυτές οι «ενεργητικές φαντασίες» του όπως τις αποκαλούσε, είχαν συγκεκριμένο σκοπό. Σύμφωνα με τον Sonu Shamdasani, καθηγητή στο Πανεπιστήμιο UCL του Λονδίνου και έναν από τους πλέον έγκυρους ερευνητές του έργου του Γιουνγκ (υπήρξε ο επιμελητής της έκδοσης του Κόκκινου Βιβλίου), «από τον Δεκέμβριο του 1913 και μετά, ο Γιουνγκ ακολούθησε την ίδια διαδικασία: επίτηδες επικαλούνταν μια φαντασίωση στον ξύπνιο του, και έπειτα εισχωρούσε σε αυτήν όπως σε ένα θεατρικό. Αυτές οι φαντασιώσεις μπορούν να γίνουν αντιληπτές σαν ένα είδος δραματοποιημένης σκέψης σε μορφή εικονογραφίας… αργότερα, ανακάλεσε πως το επιστημονικό του ερώτημα ήταν να δει τι συνέβαινε όταν έσβηνε η συνειδητή λειτουργία. Η ύπαρξη των ονείρων του έδειχνε πως υπάρχει δραστηριότητα στο φόντο και ήθελε να της δώσει την ευκαιρία να έρθει στο προσκήνιο, ακριβώς όπως κάνει κάποιος όταν παίρνει μεσκαλίνη».
ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΨΥΧΗ
Τα Μαύρα Βιβλία δεν ήταν μέχρι πρόσφατα διαθέσιμα για μελέτη ωστόσο αυτές τις μέρες, ο Sonu Shamdasani τα μεταφράζει και τα προετοιμάζει προς έκδοση. Στο ενδιάμεσο, τα μελέτησαν ελάχιστοι βιογράφοι που είχαν πρόσβαση σε αυτά.
Κάποιοι ισχυρίστηκαν πως εκεί ο Γιουνγκ κατέγραψε τυχαίες σκέψεις, καθημερινά γεγονότα και πράγματα που είχε διαβάσει. Πιο ενδελεχείς παρατηρητές ωστόσο, αντιλήφθηκαν πως αυτά τα τετράδια περιείχαν το «δυσκολότερο πείραμα» του μεγάλου ψυχαναλυτή. Τα Βιβλία ξεκινάν ως εξής:
Ψυχή μου, ψυχή μου πού είσαι; Με ακούς; Σου μιλάω, σε καλώ – είσαι εκεί; Έχω επιστρέψει, είμαι πάλι εδώ. Έχω τινάξει τη σκόνη όλου του κόσμου από τα πόδια σου και έχω έρθει σε σένα, είμαι μαζί σου. Μετά από πολλά χρόνια μακράς περιπλάνησης. Έχω έρθει πάλι σε σένα… Με αναγνωρίζεις ακόμα; Πόσο πολύ κράτησε ο χωρισμός! Όλα είναι τόσο διαφορετικά. Και πώς σε βρήκα; Πόσο παράξενο ήταν το ταξίδι μου! Τι λέξεις να χρησιμοποιήσω για να σου πω σε τι στρυφνά μονοπάτια με καθοδήγησε προς εσένα ένα καλό αστέρι; Δώσε μου το χέρι σου, σχεδόν ξεχασμένη μου ψυχή. Πόσο μεγάλη η χαρά μου που σε ξαναβλέπω, εσένα ψυχή από καιρό αποκηρυγμένη. Η ζωή με οδήγησε πίσω σε σένα. Ψυχή μου, το ταξίδι μου θα συνεχίσει στο πλευρό σου. Θα περιπλανηθώ μαζί σου και θα ανέλθω στη μοναξιά μου.
Και οι καταγραφές συνεχίζουν με ολοένα και αυξανόμενη ένταση. Ο Γιουνγκ συνόψισε τις εμπειρίες του από τα τρία πρώτα ημερολόγια. Στο ενδιάμεσο ξέσπασε ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος και ο ίδιος συνειδητοποίησε πως όσα είχε γράψει εκεί, αποδείχτηκαν προφητικά, σαν η ψυχή του να είχε συντονιστεί με το συλλογικό ασυνείδητο και να είχε αντιληφθεί τη λαίλαπα που πλησίαζε. Ήταν η εποχή που ξεκινούσε να γράφει το Liber Novus, το περίφημο Κόκκινο Βιβλίο.
Ο ΑΛΛΟΣ ΠΟΛΟΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ
Για κάποιους βιογράφους του, τα επτά Μαύρα Βιβλία δεν ήταν παρά το προσχέδιο του Κόκκινου Βιβλίου (για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με αυτό, σας παραπέμπω στο άρθρο μου στο ΑΒΑΤΟΝ 101), αλλά κάτι τέτοιο δεν φαίνεται να ισχύει. Πρόκειται για μια ξεχωριστή δουλειά, ένα ταξιδιωτικό ημερολόγιο προς άγνωστο προορισμό.
Ο Shamdasani γράφει σχετικά: «Το κείμενο στο Κόκκινο Βιβλίο αντλεί από όσα Μαύρα Βιβλία γράφτηκαν ανάμεσα στο 1913 και το 1916. Περίπου πενήντα τοις εκατό από το υλικό στο Κόκκινο Βιβλίο προέρχεται απευθείας από τα Μαύρα Βιβλία, με ελάχιστη επεξεργασία και επιπλέον δουλειά.
Τα Μαύρα Βιβλία δεν είναι προσωπικά ημερολόγια αλλά τα αρχεία ενός μοναδικού στο είδος του αυτό-πειραματισμού, που ο Γιουνγκ αποκάλεσε ''σύγκρουση με το υποσυνείδητο''. Δεν κατέγραψε τη ζωή του ή τα εξωτερικά της γεγονότα αλλά την ενεργητική του φαντασία και την απεικόνιση της νοητικής του κατάστασης μαζί με τις σκέψεις του πάνω σε αυτά. Το υλικό που δεν περιέλαβε στο Κόκκινο Βιβλίο είναι εξίσου ενδιαφέρον με αυτό που περιέλαβε».
Πράγματι, ο Γιουνγκ δούλευε παράλληλα τα Μαύρα Βιβλία και το Κόκκινο Βιβλίο. Τον Αύγουστο του 1915 είχε ολοκληρώσει το πρώτο γράψιμο του Κόκκινου Βιβλίου και επέστρεψε με περισσότερο ζήλο στα Μαύρα Βιβλία.
Μέχρι το 1916, είχε ολοκληρώσει το έκτο. Το έβδομο γράφτηκε αρκετά αργότερα, από το 1920 ως το 1932. Έτσι έκλεισε αυτό που ο ίδιος ονόμασε «ένα ταξίδι ανακάλυψης στον άλλο πόλο του κόσμου».
ΕΚΕΙΝΟΙ ΠΟΥ ΜΑΣ ΚΡΑΤΑΝΕ ΖΩΝΤΑΝΟΥΣ
Αν και η ιδέα ενός ανθρώπου που αντιμετώπισε τις δυσκολίες της ζωής και το ποτάμι της Ιστορίας με ένα ηρωικό ταξίδι Κατάδυσης είναι ρομαντική, κλείνοντας θα ήθελα να υπογραμμίσω κάτι που έγραψε ο ίδιος ο Γιουνγκ: αυτό που του επέτρεψε να κάνει το μεγάλο ταξίδι ήταν η γυναίκα του Emma, τα πέντε παιδιά του και η ευθύνη που ένιωθε απέναντι στους ασθενείς του.
Για τους περισσότερους, η ιδέα ενός τέτοιου ταξιδιού ταυτίζεται ίσως με μια απόδραση σε μια «μαγική» χώρα όπου τα οράματά μας αποκτούν σάρκα και οστά. Ωστόσο σε αυτό το ταξίδι προς την ψυχή, κίνητρο και αρωγός του Γιουνγκ υπήρξαν οι πολύ απτές υποχρεώσεις του, οι άνθρωποι που αγαπούσε, και η αγάπη του προς τον άνθρωπο.
Όλο αυτό το διάστημα της «Κατάβασης» αν και περιόρισε τις εμφανίσεις του και τη δημόσια παρουσία του, δεν παρέλειψε να είναι εκεί για όσους τον χρειάζονταν. Ενθάρρυνε τους πληγωμένους στρατιώτες να σπουδάσουν ώστε να έχουν μια καλύτερη ζωή, και εργάστηκε ώστε να βελτιωθούν οι συνθήκες της ζωής του.
Δυσκολίες θα συναντήσουμε όλοι μας. Μέσα από τις δικές του, ο Γιουνγκ όχι μόνο έδωσε δυο εξαιρετικές εξερευνήσεις της ανθρώπινης ψυχής –τα Μαύρα Βιβλία και το Κόκκινο Βιβλίο– αλλά δεν έχασε και ποτέ επαφή με την καθημερινότητα που μας ορίζει, αντίθετα, εργάστηκε ώστε να τη βελτιώσει για όλους. Μαζί με το φαντασμαγορικό ταξίδι των Μαύρων Βιβλίων, αυτή η συνειδητοποίηση είναι ίσως κάτι που αξίζει να κρατήσουμε κρύβεται από κάτω.
Χαρά ΑστεριάδουΑπό την άλλη, όσοι νοιώθουν πνευματικά σταθεροί, είναι πολύ πιθανό να συνεχίσουν απλά τη ζωή τους χωρίς ποτέ να νιώσουν επιτακτική την ανάγκη να καταδυθούν βαθύτερα στο τι σημαίνει να είσαι άνθρωπος.
Ένας από αυτούς τους ανθρώπους, που ο πόνος τους οδήγησε σε ένα μακρινό και βαθύ ταξίδι στα νερά του υποσυνείδητου, ήταν ο Καρλ Γιουνγκ, ο διάσημος Ελβετός ψυχαναλυτής και ψυχίατρος.
Ο Γιουνγκ υπήρξε ο θεμελιωτής της αναλυτικής ψυχολογίας αλλά για πολλούς σήμερα θεωρείται ένας από τους πιο σημαντικούς ανθρώπους του δυτικού πολιτισμού, επειδή συνδύασε την επιστήμη της ψυχανάλυσης με τη θρησκεία, τη λογοτεχνία και τη μυθολογία.
Η θεωρία των αρχετύπων, η συγχρονικότητα, το συλλογικό ασυνείδητο, η εσωστρέφεια και η εξωστρέφεια, είναι μερικές μόνο από τις συνεισφορές του στο πώς αντιλαμβανόμαστε τον άνθρωπο. Παρά τα επιτεύγματά του ωστόσο, ο ίδιος ο Γιουνγκ εκπλήρωνε ένα πολύ συγκεκριμένο αρχέτυπο: αυτό του Πληγωμένου Θεραπευτή.
Η ΜΕΓΑΛΗ ΡΗΞΗ
Ο Καρλ Γκούσταφ Γιουνγκ γεννήθηκε στην Ελβετία το 1875, σε μια οικογένεια που είχε ήδη χάσει τον πρωτότοκο γιο της. Ο πατέρας του ήταν ένας φτωχός ιερέας και η μητέρα του είχε κατάθλιψη: τα βράδια μάλιστα κλεινόταν στο δωμάτιό της, όπου πίστευε πως την επισκέπτονταν πνεύματα.
Ο Γιουνγκ αργότερα αναγνώρισε στην παιδική του ηλικία την πηγή πολλών θεμάτων που θα τον ταλαιπωρούσαν στην ενήλικη ζωή του. Εσωστρεφής και επιρρεπής στη νεύρωση, άντλησε δύναμη από την ανάγκη της οικογένειάς του για οικονομική ασφάλεια και έδωσε μεγάλη έμφαση στις σπουδές του.
Η ψυχανάλυση τον συνεπήρε παρόλο που ήταν μια νέα και όχι εντελώς ευυπόληπτη επιστήμη και της αφιερώθηκε. Όταν στη διάρκεια των σπουδών του ξεκίνησε να εργάζεται στην κλινική Burgholzli της Ζυρίχης, δάσκαλός του ήταν ένας φίλος του Σίγκμουντ Φρόιντ, του θεμελιωτή της ψυχανάλυσης, έτσι ο Γιουνγκ επεδίωξε να γνωρίσει τον διάσημο τότε και μεγαλύτερο σε ηλικία επιστήμονα.
Επί έξι χρόνια, Φρόιντ και Γιουνγκ αντάλλασαν επιστολές και συνεργάστηκαν στη δουλειά τους χτίζοντας μια μεγάλη φιλία. Ωστόσο το 1913, λίγο πριν ξεσπάσει ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος, ο Φρόιντ δυσαρεστημένος με την εξέλιξη του έργου του Γιουνγκ διέκοψε τις σχέσεις τους.
Το πλήγμα ήταν μεγάλο για το νεαρότερο ψυχαναλυτή: από τη μια έχανε ένα φίλο που για χρόνια έπαιζε επίσης το ρόλο της πατρικής φιγούρας, από την άλλη πολλοί συνάδελφοι γύρισαν την πλάτη τους στον άνθρωπο που ο Πατέρας της Ψυχανάλυσης είχε δημόσια αποκηρύξει.
Εκεί που ήταν επικεντρωμένος στην καριέρα του, την επιτυχία και τη διεθνή φήμη του, τώρα ο Γιουνγκ βρέθηκε απομονωμένος. Αν και εσωστρεφής, είχε ανάγκη την αναγνώριση και τη φήμη και τώρα τη στερούνταν μαζί με την αφοσίωση του φίλου και μέντορά του. Όσα τον έκαναν ευτυχισμένο παλιότερα είχαν χαθεί και ο ίδιος αναγκαστικά στράφηκε στον εαυτό του.
Η βιογράφος του Γιουνγκ, Claire Dunne, αποκάλεσε εκείνην την περίοδο Κατάβαση. O Henri Ellenberger την περιέγραψε ως «Δημιουργική Ασθένεια». Ο ίδιος ο Γιουνγκ έγραψε ότι βρέθηκε αιωρούμενος, με όλες του τις βεβαιότητες να έχουν καταρρεύσει. Το μόνο που ήξερε, ήταν ότι δεν ήξερε τίποτα. Ταπεινωμένος στράφηκε στα παιδικά του παιχνίδια και ξεκίνησε να διαλέγει πέτρες και να χτίζει με τα χέρια του. Τον κατέκλυσαν οράματα και εσωτερικές φωνές, που τον προειδοποιούσαν για την επικείμενη καταστροφή η οποία απειλούσε την Ευρώπη. Παράλληλα ένιωθε να υποτάσσεται σε μια ανώτερη θέληση, διαφορετική από το Εγώ του. Σε αυτή την παράξενη αλλά γόνιμη περίοδο, ο ξεκίνησε να γράφει τα επτά Μαύρα Βιβλία.
ΤΑ ΜΑΥΡΑ ΒΙΒΛΙΑ
Τα Μαύρα Βιβλία του Γιουνγκ είναι τα επτά ημερολόγια (καλυμμένα με μαύρο δέρμα) στα οποία κατέγραψε «το πιο δύσκολο πείραμα». Το πρώτο από αυτά είχε ήδη γραφτεί το 1902, ωστόσο το βράδυ της 12ης Νοεμβρίου του 1913, ο Γιουνγκ συνέχισε το παλιό του πείραμα, υποκινημένος αυτή τη φορά από την εσωτερική ταραχή που του είχε προξενήσει η ρήξη με τον Φρόιντ και η κατάρρευση κάθε βεβαιότητας. Στα επτά δερματόδετά του ημερολόγια, θα κατέγραφε στη συνέχεια τις στιγμές στις οποίες βρέθηκε αντιμέτωπος με το ίδιο του το υποσυνείδητο.
Για τους περισσότερους από εμάς, ακόμα κι αν περνάμε από τη διαδικασία της ψυχανάλυσης, η Κάθοδος στο Υποσυνείδητο σπάνια παίρνει συμβολική μορφή. Ο Γιουνγκ όμως δεν φοβόταν να αποδεχτεί τα οράματα και τις μυθολογικές φιγούρες που πλημμύρισαν το νου του εκείνες τις βραδιές του 1913 και μετά.
Μικρός είχε αποδεχτεί πως είχε δυο προσωπικότητες: μια ταιριαστή στην εποχή του και μια δεύτερη, μεγαλύτερη από τη βιολογική του ηλικία, έναν ευπατρίδη του παρελθόντος. Στις 13 Δεκεμβρίου του 1913, αποφάσισε να δώσει χώρο σε αυτή τη δεύτερη προσωπικότητα και να αφήσει τα όνειρά του να εισβάλλουν στον ξύπνιο του.
Αυτές οι «ενεργητικές φαντασίες» του όπως τις αποκαλούσε, είχαν συγκεκριμένο σκοπό. Σύμφωνα με τον Sonu Shamdasani, καθηγητή στο Πανεπιστήμιο UCL του Λονδίνου και έναν από τους πλέον έγκυρους ερευνητές του έργου του Γιουνγκ (υπήρξε ο επιμελητής της έκδοσης του Κόκκινου Βιβλίου), «από τον Δεκέμβριο του 1913 και μετά, ο Γιουνγκ ακολούθησε την ίδια διαδικασία: επίτηδες επικαλούνταν μια φαντασίωση στον ξύπνιο του, και έπειτα εισχωρούσε σε αυτήν όπως σε ένα θεατρικό. Αυτές οι φαντασιώσεις μπορούν να γίνουν αντιληπτές σαν ένα είδος δραματοποιημένης σκέψης σε μορφή εικονογραφίας… αργότερα, ανακάλεσε πως το επιστημονικό του ερώτημα ήταν να δει τι συνέβαινε όταν έσβηνε η συνειδητή λειτουργία. Η ύπαρξη των ονείρων του έδειχνε πως υπάρχει δραστηριότητα στο φόντο και ήθελε να της δώσει την ευκαιρία να έρθει στο προσκήνιο, ακριβώς όπως κάνει κάποιος όταν παίρνει μεσκαλίνη».
ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΨΥΧΗ
Τα Μαύρα Βιβλία δεν ήταν μέχρι πρόσφατα διαθέσιμα για μελέτη ωστόσο αυτές τις μέρες, ο Sonu Shamdasani τα μεταφράζει και τα προετοιμάζει προς έκδοση. Στο ενδιάμεσο, τα μελέτησαν ελάχιστοι βιογράφοι που είχαν πρόσβαση σε αυτά.
Κάποιοι ισχυρίστηκαν πως εκεί ο Γιουνγκ κατέγραψε τυχαίες σκέψεις, καθημερινά γεγονότα και πράγματα που είχε διαβάσει. Πιο ενδελεχείς παρατηρητές ωστόσο, αντιλήφθηκαν πως αυτά τα τετράδια περιείχαν το «δυσκολότερο πείραμα» του μεγάλου ψυχαναλυτή. Τα Βιβλία ξεκινάν ως εξής:
Ψυχή μου, ψυχή μου πού είσαι; Με ακούς; Σου μιλάω, σε καλώ – είσαι εκεί; Έχω επιστρέψει, είμαι πάλι εδώ. Έχω τινάξει τη σκόνη όλου του κόσμου από τα πόδια σου και έχω έρθει σε σένα, είμαι μαζί σου. Μετά από πολλά χρόνια μακράς περιπλάνησης. Έχω έρθει πάλι σε σένα… Με αναγνωρίζεις ακόμα; Πόσο πολύ κράτησε ο χωρισμός! Όλα είναι τόσο διαφορετικά. Και πώς σε βρήκα; Πόσο παράξενο ήταν το ταξίδι μου! Τι λέξεις να χρησιμοποιήσω για να σου πω σε τι στρυφνά μονοπάτια με καθοδήγησε προς εσένα ένα καλό αστέρι; Δώσε μου το χέρι σου, σχεδόν ξεχασμένη μου ψυχή. Πόσο μεγάλη η χαρά μου που σε ξαναβλέπω, εσένα ψυχή από καιρό αποκηρυγμένη. Η ζωή με οδήγησε πίσω σε σένα. Ψυχή μου, το ταξίδι μου θα συνεχίσει στο πλευρό σου. Θα περιπλανηθώ μαζί σου και θα ανέλθω στη μοναξιά μου.
Και οι καταγραφές συνεχίζουν με ολοένα και αυξανόμενη ένταση. Ο Γιουνγκ συνόψισε τις εμπειρίες του από τα τρία πρώτα ημερολόγια. Στο ενδιάμεσο ξέσπασε ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος και ο ίδιος συνειδητοποίησε πως όσα είχε γράψει εκεί, αποδείχτηκαν προφητικά, σαν η ψυχή του να είχε συντονιστεί με το συλλογικό ασυνείδητο και να είχε αντιληφθεί τη λαίλαπα που πλησίαζε. Ήταν η εποχή που ξεκινούσε να γράφει το Liber Novus, το περίφημο Κόκκινο Βιβλίο.
Ο ΑΛΛΟΣ ΠΟΛΟΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ
Για κάποιους βιογράφους του, τα επτά Μαύρα Βιβλία δεν ήταν παρά το προσχέδιο του Κόκκινου Βιβλίου (για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με αυτό, σας παραπέμπω στο άρθρο μου στο ΑΒΑΤΟΝ 101), αλλά κάτι τέτοιο δεν φαίνεται να ισχύει. Πρόκειται για μια ξεχωριστή δουλειά, ένα ταξιδιωτικό ημερολόγιο προς άγνωστο προορισμό.
Ο Shamdasani γράφει σχετικά: «Το κείμενο στο Κόκκινο Βιβλίο αντλεί από όσα Μαύρα Βιβλία γράφτηκαν ανάμεσα στο 1913 και το 1916. Περίπου πενήντα τοις εκατό από το υλικό στο Κόκκινο Βιβλίο προέρχεται απευθείας από τα Μαύρα Βιβλία, με ελάχιστη επεξεργασία και επιπλέον δουλειά.
Τα Μαύρα Βιβλία δεν είναι προσωπικά ημερολόγια αλλά τα αρχεία ενός μοναδικού στο είδος του αυτό-πειραματισμού, που ο Γιουνγκ αποκάλεσε ''σύγκρουση με το υποσυνείδητο''. Δεν κατέγραψε τη ζωή του ή τα εξωτερικά της γεγονότα αλλά την ενεργητική του φαντασία και την απεικόνιση της νοητικής του κατάστασης μαζί με τις σκέψεις του πάνω σε αυτά. Το υλικό που δεν περιέλαβε στο Κόκκινο Βιβλίο είναι εξίσου ενδιαφέρον με αυτό που περιέλαβε».
Πράγματι, ο Γιουνγκ δούλευε παράλληλα τα Μαύρα Βιβλία και το Κόκκινο Βιβλίο. Τον Αύγουστο του 1915 είχε ολοκληρώσει το πρώτο γράψιμο του Κόκκινου Βιβλίου και επέστρεψε με περισσότερο ζήλο στα Μαύρα Βιβλία.
Μέχρι το 1916, είχε ολοκληρώσει το έκτο. Το έβδομο γράφτηκε αρκετά αργότερα, από το 1920 ως το 1932. Έτσι έκλεισε αυτό που ο ίδιος ονόμασε «ένα ταξίδι ανακάλυψης στον άλλο πόλο του κόσμου».
ΕΚΕΙΝΟΙ ΠΟΥ ΜΑΣ ΚΡΑΤΑΝΕ ΖΩΝΤΑΝΟΥΣ
Αν και η ιδέα ενός ανθρώπου που αντιμετώπισε τις δυσκολίες της ζωής και το ποτάμι της Ιστορίας με ένα ηρωικό ταξίδι Κατάδυσης είναι ρομαντική, κλείνοντας θα ήθελα να υπογραμμίσω κάτι που έγραψε ο ίδιος ο Γιουνγκ: αυτό που του επέτρεψε να κάνει το μεγάλο ταξίδι ήταν η γυναίκα του Emma, τα πέντε παιδιά του και η ευθύνη που ένιωθε απέναντι στους ασθενείς του.
Για τους περισσότερους, η ιδέα ενός τέτοιου ταξιδιού ταυτίζεται ίσως με μια απόδραση σε μια «μαγική» χώρα όπου τα οράματά μας αποκτούν σάρκα και οστά. Ωστόσο σε αυτό το ταξίδι προς την ψυχή, κίνητρο και αρωγός του Γιουνγκ υπήρξαν οι πολύ απτές υποχρεώσεις του, οι άνθρωποι που αγαπούσε, και η αγάπη του προς τον άνθρωπο.
Όλο αυτό το διάστημα της «Κατάβασης» αν και περιόρισε τις εμφανίσεις του και τη δημόσια παρουσία του, δεν παρέλειψε να είναι εκεί για όσους τον χρειάζονταν. Ενθάρρυνε τους πληγωμένους στρατιώτες να σπουδάσουν ώστε να έχουν μια καλύτερη ζωή, και εργάστηκε ώστε να βελτιωθούν οι συνθήκες της ζωής του.
Δυσκολίες θα συναντήσουμε όλοι μας. Μέσα από τις δικές του, ο Γιουνγκ όχι μόνο έδωσε δυο εξαιρετικές εξερευνήσεις της ανθρώπινης ψυχής –τα Μαύρα Βιβλία και το Κόκκινο Βιβλίο– αλλά δεν έχασε και ποτέ επαφή με την καθημερινότητα που μας ορίζει, αντίθετα, εργάστηκε ώστε να τη βελτιώσει για όλους. Μαζί με το φαντασμαγορικό ταξίδι των Μαύρων Βιβλίων, αυτή η συνειδητοποίηση είναι ίσως κάτι που αξίζει να κρατήσουμε κρύβεται από κάτω.
Πηγές
Gerhard Wehr, Καρλ Γιουνγκ: Η Ζωή & το Έργο του, Αρχέτυπο
Sonu Shamdasani, Jung Stripped Bare: Βy his Biographers, Karnac Books
Χαρά Αστεριάδου, «Το Μυστηριώδες Κόκκινο Βιβλίο του Καρλ Γιουνγκ», ΑΒΑΤΟΝ 101
Το κείμενο "Τα 7 Μαύρα Βιβλία του Καρλ Γιουνγκ" πρωτοδημοσιεύτηκε στο ΑΒΑΤΟΝ Νο 150
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου