Ο Κόσμος των παράξενων φαινομένων, που παρουσιάζονται σε κατοικίες ή ανθρώπους μετά την απώλεια αγαπημένων τους προσώπων, έχει να μας διηγηθεί πολλές και παράδοξες ιστορίες για τις οποίες δεν δόθηκε ποτέ καμία εξήγηση. Ανάλογη είναι και η ιστορία ενός κοριτσιού που βίωσε περίεργες και μη αναμενόμενες εμπειρίες μετά την αναχώρηση του πατέρα της από τον τρισδιάστατο κόσμο μας. ΠΑΤΕΡΑ, ΕΙΣΑΙ ΕΔΩ; Ένα κορίτσι, του οποίου ο πατέρας πέθανε πριν κάποια χρόνια, διαβεβαιώνει ότι δύο μέρες μετά το τραγικό συμβάν άρχισαν να συμβαίνουν περίεργα φαινόμενα στο σπίτι της. Σύμφωνα με διηγήσεις της μία μέρα που βρισκόταν ξαπλωμένη στο κρεβάτι των γονέων της ένιωσε ότι κάποιος την χάιδευε στο πρόσωπο. Κάθε φορά που βρισκόταν μόνη, ακουγόντουσαν θόρυβοι σε όλο το σπίτι. Κανένας δεν την πίστευε αλλά, όταν μία μέρα που η μικρή ξαδέρφη της έμεινε μαζί της, και αναγκάστηκαν να φύγουν από το σπίτι γιατί η μικρούλα φοβήθηκε από τους παράξενου θορύβους, άρχισαν να την πιστεύουν. Η τηλεόρα...
Ο αρθρογράφος της εποχής αποθανατίζει την φιγούρα του Σακκουλέ, στο Ημερολόγιο του Σκόκου,του έτους 1906:
ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΑΘΗΝΑΪΚΟΥΣ ΔΡΟΜΟΥΣ
Ο ΣΑΚΚΟΥΛΕΣ
Ο ασημότερος των από καταβολής Αθηναϊκών τύπων, και όμως ο ενδοξότερος, ο γνωστότερος και πλέον ξυλοκοπούμενος, ενίοτε δε και ξυλοκοπών. Είνε άσημος διότι είνε μόνον τεμπέλης. Αφότου το 1898 έρριψε το απόφθεγμα ότι πόλις διακοσίων χιλιάδων κατοίκων, ως αι Αθήναι, είνε περιττόν να υπάρχη εάν δεν δύναται να συντηρήση ένα τεμπέλην, έγινε πανελλήνιος τύπος, καταταχθείς μεταξύ των σπανίων ανθρώπων από των οποίων απορρέει ολόκληρος και αυθύρπακτος φιλοσοφία περί του ζην. Έκτοτε πληρώνεται δια το απόφθεγμά του, και ζη διότι έτυχε να εκστομίση μίαν μόνον περίφημον ιδέαν, ενώ άλλοι είπαν περισσοτέρας και δεν έζησαν όπως ο Σακκουλές. Η εφεύρεσις των εικονογραφημένων ταχυδρομικών δελταρίων τον εσκόρπισεν εις τα τέσσερα άκρα του κόσμου, και είχε την ευτυχίαν να ίδη επ’ αυτών την λέξιν “Saccoulés”. Είνε διεθνής, περισσότερον πολλών ελλήνων, οι οποίοι μολονότι απεδείχθησαν περισσότερον τεμπέληδες αυτού, παρέμειναν εγχώριοι εντός των στενών ορίων των καθορισθέντων εις την χώραν ταύτην από την ασπλαγχνίαν των ισχυρών της γης.
Αι επτά πόλεις αι συνήθως ερίζουσαι, ησύχασν εις την περίστασιν ταύτην. Δεν υπάρχει ευτυχώς διαφωνία περί της καταγωγής του Σακκουλέ. Μία εργατική μικρόνησος του Αιγαίου, η Αμοργός, είνε αναμφισβήτητον ότι παρήγαγε τον μέγαν τεμπέλην των Αθηνών, καθώς ο ίδιος είχε την αυθάδειαν να μαρτυρήση. Η αστυνομία πολλάκις τον εξώρισεν εκεί, αλλ’ ο Σακκουλές ισχυρίσθη ότι οι μεγάλοι τεμπέληδες δεν έχουν πατρίδα και επέστρεψεν εις τας Αθήνας, την κοσμόπολιν. Ακατανόητος έρως προς την αρχαιότητα, ή και απέχθεια προς τον κόσμον, τον έκαμε να στήση την φωλεάν του επί του βράχου της Ακροπόλεως.
“Η τρύπα του Σακκουλέ” επιδεικνύεται πλέον και από τους τσιτσερόνε*, υπάρχουν δε ξένοι οι οποίοι,χάρις την έκτακτον ικανότητα των τελευταίων, την εκλαμβάνουν ως αρχαιότητα. Επί του ιερού βράχου, επί του οποίου έζησαν άεργοι και τεμπέληδες το υπόλοιπον του βίου των οι ημίονοι οι κουβαλήσαντες τα μάρμαρα του Παρθενώνος εις την αρχαιότητα, ζη και ο Σακκουλές. Την τρύπαν του,εφρόντισεν, ως οι πρωτογενείς κάτοικοι των σπηλαίων, να την κάμη απρόσιτον. Τα χαμίνια έρπουν έως εκεί, αλλ’ ο Σακκουλές επροστάτευσε την φωλεάν διεξάγων κατά των Γαβριάδων μεγάλους πετροπολέμους, χωρίς να τον ενδιαφέρη αν μάχεται με λίθους 2 ½ χιλιάδων ετών.
Η ηλικία του εγγίζει το 40 έτος, αν δεν το υπερέβη. Είνε εγγράμματος. Διαβάζει μανιωδώς εφημερίδας και -μία ουσιώδης διαφορά με πολλούς αναγνώστας εν Ελλάδι -τας αγοράζει. Είνε πασίγνωστος η αντίδρασις του χάρτου κατά του ψύχους, δια τούτο και πιστεύεται γενικώς ότι τα ευεργετικά φύλλα των Αθηνών τα οποία ένεκα του συναγωνισμού έφθασαν εις το απροχώρητον του μεγέθους, ανεπλήρωσαν επαρκώς εις το Σακκουλέν την έλλειψιν ανδρομήδας**. Δευτέρα μανία του είνε η αφθόνως λαδωμένη χωρίστρα, την οποία μετά προσοχής διατηρεί. Τρίτη δε ιδιοτροπία του ανδρός, η περιεργοτέρα όλων, είνε να συλλέγη αργυρά τάλληρα όλων των εθνών. Εκ τούτου και η “τρύπα του Σακκουλέ” λαμβάνει εις την φαντασίαν του λαού το μυστήριον σπηλαίου θησαυρίζοντος δράκοντος.
Η αμεροληψία του ιστορικού μας επιβάλλει να μην λησμονήσωμεν τας τρεις μεγάλας αρετάς του Κωνσταντίνου Σακκουλέ, ότι δηλαδή δεν δέχεται επισκέψεις, είνε άγαμος και δεν ψηφίζει. Αλλά το μεγαλύτερον έργον του είνε ότι ανεκήρυξε την τεμπελιάν ως επάγγελμα. Απέδειξε δε ότι είνε πράγματι επάγγελμα και τόσον μάλιστα προσοδοφόρον, ώστε η δεκάρα η εισπραττομένη από τον Σακκουλέν, δύναται να καταλογισθή ως ομόνος άμεσος φόρος τον οποίον αγογγύστως καταβάλλει ο ελληνικός λαός.
Σημείωση:
ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΑΘΗΝΑΪΚΟΥΣ ΔΡΟΜΟΥΣ
Ο ΣΑΚΚΟΥΛΕΣ
Ο ασημότερος των από καταβολής Αθηναϊκών τύπων, και όμως ο ενδοξότερος, ο γνωστότερος και πλέον ξυλοκοπούμενος, ενίοτε δε και ξυλοκοπών. Είνε άσημος διότι είνε μόνον τεμπέλης. Αφότου το 1898 έρριψε το απόφθεγμα ότι πόλις διακοσίων χιλιάδων κατοίκων, ως αι Αθήναι, είνε περιττόν να υπάρχη εάν δεν δύναται να συντηρήση ένα τεμπέλην, έγινε πανελλήνιος τύπος, καταταχθείς μεταξύ των σπανίων ανθρώπων από των οποίων απορρέει ολόκληρος και αυθύρπακτος φιλοσοφία περί του ζην. Έκτοτε πληρώνεται δια το απόφθεγμά του, και ζη διότι έτυχε να εκστομίση μίαν μόνον περίφημον ιδέαν, ενώ άλλοι είπαν περισσοτέρας και δεν έζησαν όπως ο Σακκουλές. Η εφεύρεσις των εικονογραφημένων ταχυδρομικών δελταρίων τον εσκόρπισεν εις τα τέσσερα άκρα του κόσμου, και είχε την ευτυχίαν να ίδη επ’ αυτών την λέξιν “Saccoulés”. Είνε διεθνής, περισσότερον πολλών ελλήνων, οι οποίοι μολονότι απεδείχθησαν περισσότερον τεμπέληδες αυτού, παρέμειναν εγχώριοι εντός των στενών ορίων των καθορισθέντων εις την χώραν ταύτην από την ασπλαγχνίαν των ισχυρών της γης.
Αι επτά πόλεις αι συνήθως ερίζουσαι, ησύχασν εις την περίστασιν ταύτην. Δεν υπάρχει ευτυχώς διαφωνία περί της καταγωγής του Σακκουλέ. Μία εργατική μικρόνησος του Αιγαίου, η Αμοργός, είνε αναμφισβήτητον ότι παρήγαγε τον μέγαν τεμπέλην των Αθηνών, καθώς ο ίδιος είχε την αυθάδειαν να μαρτυρήση. Η αστυνομία πολλάκις τον εξώρισεν εκεί, αλλ’ ο Σακκουλές ισχυρίσθη ότι οι μεγάλοι τεμπέληδες δεν έχουν πατρίδα και επέστρεψεν εις τας Αθήνας, την κοσμόπολιν. Ακατανόητος έρως προς την αρχαιότητα, ή και απέχθεια προς τον κόσμον, τον έκαμε να στήση την φωλεάν του επί του βράχου της Ακροπόλεως.
“Η τρύπα του Σακκουλέ” επιδεικνύεται πλέον και από τους τσιτσερόνε*, υπάρχουν δε ξένοι οι οποίοι,χάρις την έκτακτον ικανότητα των τελευταίων, την εκλαμβάνουν ως αρχαιότητα. Επί του ιερού βράχου, επί του οποίου έζησαν άεργοι και τεμπέληδες το υπόλοιπον του βίου των οι ημίονοι οι κουβαλήσαντες τα μάρμαρα του Παρθενώνος εις την αρχαιότητα, ζη και ο Σακκουλές. Την τρύπαν του,εφρόντισεν, ως οι πρωτογενείς κάτοικοι των σπηλαίων, να την κάμη απρόσιτον. Τα χαμίνια έρπουν έως εκεί, αλλ’ ο Σακκουλές επροστάτευσε την φωλεάν διεξάγων κατά των Γαβριάδων μεγάλους πετροπολέμους, χωρίς να τον ενδιαφέρη αν μάχεται με λίθους 2 ½ χιλιάδων ετών.
Η ηλικία του εγγίζει το 40 έτος, αν δεν το υπερέβη. Είνε εγγράμματος. Διαβάζει μανιωδώς εφημερίδας και -μία ουσιώδης διαφορά με πολλούς αναγνώστας εν Ελλάδι -τας αγοράζει. Είνε πασίγνωστος η αντίδρασις του χάρτου κατά του ψύχους, δια τούτο και πιστεύεται γενικώς ότι τα ευεργετικά φύλλα των Αθηνών τα οποία ένεκα του συναγωνισμού έφθασαν εις το απροχώρητον του μεγέθους, ανεπλήρωσαν επαρκώς εις το Σακκουλέν την έλλειψιν ανδρομήδας**. Δευτέρα μανία του είνε η αφθόνως λαδωμένη χωρίστρα, την οποία μετά προσοχής διατηρεί. Τρίτη δε ιδιοτροπία του ανδρός, η περιεργοτέρα όλων, είνε να συλλέγη αργυρά τάλληρα όλων των εθνών. Εκ τούτου και η “τρύπα του Σακκουλέ” λαμβάνει εις την φαντασίαν του λαού το μυστήριον σπηλαίου θησαυρίζοντος δράκοντος.
Η αμεροληψία του ιστορικού μας επιβάλλει να μην λησμονήσωμεν τας τρεις μεγάλας αρετάς του Κωνσταντίνου Σακκουλέ, ότι δηλαδή δεν δέχεται επισκέψεις, είνε άγαμος και δεν ψηφίζει. Αλλά το μεγαλύτερον έργον του είνε ότι ανεκήρυξε την τεμπελιάν ως επάγγελμα. Απέδειξε δε ότι είνε πράγματι επάγγελμα και τόσον μάλιστα προσοδοφόρον, ώστε η δεκάρα η εισπραττομένη από τον Σακκουλέν, δύναται να καταλογισθή ως ομόνος άμεσος φόρος τον οποίον αγογγύστως καταβάλλει ο ελληνικός λαός.
Σημείωση:
*τσιτσερόνε: ξεναγός
**ανδρομήδα στο κείμενο, αλλά και ανδρομίδα: κλινοσκεπάσματα
Από το Ημερολόγιον Σκόκου, 1906, τομ. 21, σ.σ.54-56
Το κείμενο μεταγράφηκε στο μονοτονικό, αλλά έχει διατηρηθεί η γλώσσα και η ορθογραφία του πρωτοτύπου
Το κείμενο μεταγράφηκε στο μονοτονικό, αλλά έχει διατηρηθεί η γλώσσα και η ορθογραφία του πρωτοτύπου
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου